Όπως πολλοί ελεύθεροι επαγγελματίες και φυσικά πρόσωπα που διατηρούν ατομικές επιχειρήσεις θα έχουν πληροφορηθεί, από το φορολογικό έτος 2023 και επόμενα, το ετήσιο φορολογητέο εισόδημά τους από επιχειρηματική δραστηριότητα τεκμαίρεται ότι δεν μπορεί να υπολείπεται του ποσού που προκύπτει από ένα συνδυασμό κριτηρίων που προβλέπουν οι διατάξεις του άρθρου 28Α του Κ.Φ.Ε. Τέτοια κριτήρια λαμβάνουν υπόψη τον ετήσιο κατώτατο μισθό ενός υπαλλήλου με προσαυξήσεις μετά από τα πρώτα έξι από την έναρξη της επαγγελματικής τους δραστηριότητας, τον μισθό του υψηλότερα αμειβόμενου υπαλλήλου της επιχείρησης, του κόστους μισθοδοσίας του προσωπικού, το μέσο ετήσιο κύκλο εργασιών των αντίστοιχων επιχειρήσεων που έχουν το ίδιο Κ.Α.Δ. κλπ.
Οι νέες αυτές διατάξεις τέθηκαν λόγω του γεγονότος ότι πολλές ατομικές επιχειρήσεις δήλωναν πολύ μικρά κέρδη που τις καταστούσαν αφορολόγητες η σχεδόν αφορολόγητες. Συνεπώς επιλέχθηκε από τον νομοθέτη η εφαρμογή μιας μεθόδου προσδιορισμού ενός ελάχιστου φορολογητέου εισοδήματος μέσω των ανωτέρω κριτηρίων.
Ωστόσο, επειδή το μέτρο αυτό αφορά όλες τις ατομικές επιχειρήσεις πλην ειδικών εξαιρέσεων (πχ. αγροτικές επιχειρήσεις, αυτούς που έχουν μέχρι τρεις πελάτες, ασφαλιστικούς διαμεσολαβητές, ανάπηρους, καφενεία σε μικρούς οικισμούς) προβλέφθηκε προς άρση τυχόν αδικιών να μπορεί να αμφισβητηθεί από τους φορολογούμενους τόσο για αντικειμενικούς λόγους (παρ. 3 άρθρου 28A Κ.Φ.Ε) όσο και για λόγους ακρίβειας και πληρότητας των δηλωθέντων εισοδημάτων τους που προκύπτει από τα λογιστικά τους βιβλία (παρ. 4 άρθρου 28A Κ.Φ.Ε).
Οι αντικειμενικοί λόγοι για τους οποίους το ελάχιστο αυτό εισόδημα μπορεί να αμφισβητηθεί αφορά οκτώ περιπτώσεις που ρητά αναφέρονται στο νόμο (παρ. 3 άρθρου 28A Κ.Φ.Ε). Τέτοιες περιπτώσεις είναι:
α) στρατιωτική θητεία,
β) φυλάκιση,
γ) νοσηλεία σε νοσοκομείο ή κλινική,
δ) αδυναμία άσκησης δραστηριότητας λόγω εγκυμοσύνης ή κατά τους δώδεκα (12) μήνες μετά τον τοκετό ή την υιοθεσία ή αναδοχή τέκνου,
ε) εκτεταμένες φυσικές καταστροφές που κατέστησαν αδύνατη, συνολικά ή μερικά, την άσκηση της επαγγελματικής ή επιχειρηματικής τους δραστηριότητας,
στ) ανάκληση της άδειας λειτουργίας της ατομικής τους επιχείρησης ή της άδειας άσκησης επαγγέλματός τους,
ζ) απαγόρευση λειτουργίας του καταστήματος ή άλλου χώρου άσκησης της επαγγελματικής ή επιχειρηματικής τους δραστηριότητας σε εφαρμογή απόφασης δημόσιας αρχής για λόγους προστασίας της δημόσιας υγείας ή άλλου λόγου που υπαγορεύει το δημόσιο συμφέρον,
η) άλλοι λόγοι ανωτέρας βίας που εμποδίζουν την άσκηση επιχειρηματικής δραστηριότητας για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα.
Για την επίκληση των ανωτέρω λόγων, ο φορολογούμενος θα πρέπει να υποβάλλει αίτηση μέσω ειδικής εφαρμογής που έχει αναπτυχθεί από την ΑΑΔΕ και θα συνυποβάλλει τα αναγκαία τεκμήρια / δικαιολογητικά. Η Φορολογική Διοίκηση αφού αποφανθεί για την αλήθεια των ισχυρισμών και την ακρίβεια των τεκμηρίων, θα μπορεί στην συνέχεια να μειώσει αναλογικά το ελάχιστο εισόδημα. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η αίτηση υποβάλλεται μετά την έκδοση της πράξης διοικητικού ή διορθωτικού προσδιορισμού φόρου κάθε φορολογικού έτους, πράγμα που σημαίνει ότι ο φόρος θα βεβαιωθεί αρχικά και οι δόσεις καταβολής του θα τρέχουν. Εφόσον όμως γίνει δεκτή η αίτηση του φορολογούμενου από τον Προϊστάμενο της αρμόδιας ΔΟΥ, τότε εκδίδεται νέα πράξη διοικητικού προσδιορισμού και προσδιορίζεται ο νέος φόρος.
Πέραν των ανωτέρω από τον νομοθέτη προβλέφθηκε ότι ο φορολογούμενος μπορεί να αμφισβητήσει το ελάχιστο τεκμαρτό εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα και χωρίς την συνδρομή των ανωτέρω οκτώ αντικειμενικών προϋποθέσεων. Στην περίπτωση αυτή μπορεί να ζητήσει την διενέργεια φορολογικού ελέγχου για την επιχείρησή του προκειμένου να αποδειχθεί η ακρίβεια της δήλωσής του για εισόδημα μικρότερο του τεκμαρτού (παρ. 4 άρθρου 28A Κ.Φ.Ε).
Η αμφισβήτηση αυτή δηλώνεται με την υποβαλλόμενη εμπροθέσμως δήλωσης φορολογίας εισοδήματος του φυσικού προσώπου, συμπληρώνοντας τους νέους κωδικούς 443- 444 του εντύπου Ε1. Εκτός όμως από τη συμπλήρωση των κωδικών αυτών, ο φορολογούμενος θα πρέπει να συμπληρώσει και να υποβάλλει ηλεκτρονικά στην ΑΑΔΕ εντός 60 ημερών από την λήξη προθεσμίας υποβολής της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος ένα ερωτηματολόγιο αναφορικά με την περιουσιακή του κατάσταση και τις συνθήκες διαβίωσης του ιδίου, της/του συζύγου του και των προστατευόμενων μελών, τα οποία θα αξιολογηθούν κατά τον φορολογικό έλεγχο. Σε περίπτωση μη συμπλήρωσης και υποβολής του ερωτηματολογίου εντός της ως άνω προθεσμίας, το δικαίωμα αμφισβήτησης της περίπτωσης αυτής χάνεται.
Με την ολοκλήρωση του φορολογικού ελέγχου εκδίδεται πράξη διορθωτικού προσδιορισμού φόρου και τυχόν επιπλέον ποσό φόρου βεβαιώνεται ή ο φόρος που έχει βεβαιωθεί κατά το ποσό που δεν οφείλεται, διαγράφεται ή επιστρέφεται κατά περίπτωση.
Σταύρος Πετριδίσογλου
Δημοσιεύτηκε στην κυριακάτικη εφημερίδα Καθημερινή στις 26/5/2024